Περίληψη:
Αντικείμενο προστασίας με το άρθρο 19 παρ.1 εδ.α’ του Συντάγματος είναι η επικοινωνία και ειδικότερα το απόρρητο της επικοινωνίας. Αφορά όλα τα επικοινωνιακά μέσα. Φορείς του δικαιώματος είναι τόσο τα φυσικά πρόσωπα, Έλληνες και αλλοδαποί, όσο και τα νομικά πρόσωπα και αποδέκτες, τόσο το κράτος όσο και οι ιδιώτες. Το πεδίο εφαρμογής του άρθρου είναι ευρύτατο και ενδεικτικά αναφέρεται η εφαρμογή στον οικογενειακό χώρο, στον εργασιακό και στο χώρο των φυλακών.
Στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου 19 του Συντάγματος προβλέπονται οι περιορισμοί του εν λόγω δικαιώματος, οι οποίοι και ισχύουν σε ζητήματα που άπτονται της εθνικής ασφάλειας και της διακρίβωσης ιδιαιτέρως σοβαρών εγκλημάτων.
Στην παράγραφο 2 του ίδιου άρθρου το Σύνταγμα επιτάσσει τη νομοθετική πρόβλεψη της συγκρότησης, της λειτουργίας και των αρμοδιοτήτων ανεξάρτητης αρχής με σκοπό τη διασφάλιση του απορρήτου των ανταποκρίσεων. Ήδη, με το Ν.3115/2003 προβλέφθηκε η λειτουργία της ως άνω αρχής.
Μετά την αναθεώρηση του 2001, εκτός από την παράγραφο 2 προστέθηκε και τρίτη παράγραφος στο άρθρο 19 σύμφωνα με τη οποία «απαγορεύεται η χρήση αποδεικτικών μέσων που έχουν αποκτηθεί κατά παράβαση του άρθρου αυτού και των άρθρων 9 και 9Α». Η θεωρητική αντιμετώπιση της διάταξης αυτής παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον καθώς παρατηρούνται διάφορες απόψεις.
Τέλος η δια του Συντάγματος παρεχόμενη προστασία της ελεύθερης ανταπόκρισης ή επικοινωνίας ολοκληρώνεται και καθίσταται αποτελεσματική μέσω της ποινικής προστασίας του δικαιώματος.
|