Περίληψη:
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Λαμβάνοντας υπ’ όψιν τις παραμέτρους που αναπτύχθηκαν παραπάνω
καθίσταται προφανές ότι τόσο η θεωρητική, όσο και η νομολογιακή επεξεργασία της
επιφύλαξης υπέρ του νόμου την κατατάσσουν ανάμεσα στις βασικές παραμέτρους
πραγμάτωσης των συνταγματικών ελευθεριών.
Το Σύνταγμα επιβάλλει την έκδοση ορισμένων νόμων. Πρόκειται για τους
εκτελεστικούς νόμους που, μέσω της ρήτρας της επιφύλαξης υπέρ του νόμου,
καλούνται να διασφαλίσουν το οργανωτικό και λειτουργικό πλαίσιο των θεσμικών
εγγυήσεων. Οι νόμοι αυτοί οφείλουν να προάγουν την ευχερέστερη ενάσκηση των
ελευθεριών που συνδέονται με τη θεσμική εγγύηση. Με διαφορετική διατύπωση,
στους εκτελεστικούς των ελευθεριών νόμους ο καταστατικός χάρτης τάσσει μια
αποκλειστικά εγγυητική αποστολή. Παράλληλα, η ρήτρα επιτελεί μια επινεμητική
λειτουργία σε σχέση με την απόλαυση άλλων συνταγματικών αγαθών.
Η διαπίστωση πως το Σύνταγμα προσδίδει ουσιαστικό περιεχόμενο στις
επιφυλάξεις υπέρ του νόμου επιτρέπει την αποκατάσταση των σχέσεων νόμων και
ελευθεριών. Οι νομοθετικοί κανόνες παύουν να αποτελούν στο πεδίο των ελευθεριών
το εργαλείο της παντοδύναμης κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, ώστε αυτή να
εξυπηρετεί συγκυριακά συμφέροντα. Αντίθετα, εκπληρώνουν τον θεμελιώδη
πρακτικό στόχο που τάσσει ο καταστατικός χάρτης, λειτουργούν, δηλαδή, ως
εγγυητές του συστήματος ελευθεριών και οι αναγκαίοι διαμεσολαβητές για την
πληρέστερη απόλαυσή τους.
|