Περίληψη:
Περίληψη
Το άρθρο 19 του Συντάγματος που προστατεύει την επικοινωνία και ιδίως έναν ειδικότερο τρόπο επικοινωνίας, το απόρρητο δηλαδή την από το Δίκαιο προστατευόμενη μυστικότητα της επικοινωνίας με οποιοδήποτε μέσο, αποτελεί μία από τις σπουδαιότερες διατάξεις του ελληνικού Συντάγματος, αλλά και ένα πεδίο συνεχών προβληματισμών λόγω των φαινομένων καταχρηστικής εφαρμογής που παρατηρούνται συχνά. Η εμπιστευτική ανταλλαγή μηνυμάτων αποτελεί ένα δικαίωμα απόλυτα απαραβίαστο που απολαμβάνει κάθε φυσικό και νομικό πρόσωπο και στρέφεται έναντι κρατικών οργάνων και ιδιωτών. Μόνο για λόγους εθνικής ασφάλειας ή για τη διακρίβωση ιδιαίτερα σοβαρών εγκλημάτων είναι δυνατή η μη δέσμευση της δικαστικής αρχής από το απόρρητο. Πρόκειται δηλαδή για μία εννοιολογική οριοθέτηση του εν λόγω δικαιώματος, καθώς οι δύο οιονεί περιορισμοί σε καμμία περίπτωση δεν αποτελούν μυστική νόμιμη επικοινωνία. Επίσης με τη παρ.2 επιτάσσεται η νομοθετική πρόβλεψη για τη συγκρότηση, τη λειτουργία και τις αρμοδιότητες της Αρχής Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών με σκοπό την προστασία του απορρήτου και την επιβολή κυρώσεων σε περιπτώσεις παραβίασης του. Τέλος, με την παράγραφο 3 του άρθρου 19 που προστέθηκε με την αναθεώρηση του 2001 προβλέφθηκε η απαγόρευση της χρήσης αποδεικτικών μέσων που αποκτήθηκαν κατά παράβαση των άρθρων 9, 9Α και 19. Τόσο η θεωρητική όσο και η νομοθετική και η νομολογιακή αντιμετώπιση της χρήσης παρανόμως κτηθέντων αποδεικτικών μέσων αποτελεί ένα ενδιαφέρον ζήτημα που μέχρι και σήμερα δημιουργεί αμφιβολίες, προβλήματα και αντιδράσεις.
|