Περίληψη:
Το τεκμήριο αθωότητας αποτελεί ένα από τα θεμελιώδη δικαιώματα της
ποινικής διαδικασίας. Στην ελληνική έννομη τάξη δεν κατοχυρώνεται ρητά αλλά μέσω
του διεθνούς (άρθρο 6§2 ΕΣΔΑ) και ευρωπαϊκού δικαίου(άρθρο 48 ΧΘΔ ΕΕ και 108 Σχ
Ευρ Συντ), εξειδικεύεται όπως σε αρκετές διατάξεις του ΚΠΔ. Το τεκμήριο αθωότητας
αναφέρεται κυρίως στην ποινική δίκη ενώ η ισχύς του αρχίζει από τη στιγμή που
κάποιο πρόσωπο θα αποκτήσει την ιδιότητα του κατηγορουμένου, και λήγει μόλις
καταστεί αμετάκλητη η απόφαση το καταδικάζει. Εφαρμόζεται τόσο στην προδικασία,
όσο και στην κύρια διαδικασία. Οι κυριότερη συνέπεια του τεκμηρίου είναι ότι στην
ποινική δίκη αποδεικτέα είναι η ενοχή, ενώ αντίθετα η αθωότητα τεκμαίρεται. Ο
κατηγορούμενος, δηλαδή, δεν χρειάζεται να αποδείξει ότι είναι αθώος, γι’ αυτό και για
να είναι πλήρης η αιτιολόγηση των αθωωτικών αποφάσεων αρκεί η απλή στήριξη τους
στον νόμο. Σημαντική είναι επίσης και η αρχή ότι οι αμφιβολίες λειτουργούν πάντα
υπέρ του κατηγορουμένου (in dubio pro reo), η οποία απορρέει από το τεκμήριο
αθωότητας. Επιπροσθέτως, από την ισχύ του τεκμηρίου αθωότητας και στην
προδικασία προκύπτει ότι τα περιοριστικά μέτρα που λαμβάνονται κατά τη διάρκεια
αυτής εναντίον του κατηγορουμένου δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να έχουν
τιμωρητικό χαρακτήρα. Τελευταία συνέπεια του τεκμηρίου αποτελεί το ανασταλτικό
αποτέλεσμα τόσο των ενδίκων μέσων, όσο και της προθεσμίας άσκησης αυτών.
Εν συνεχεία, μαζί το τεκμήριο αθωότητας ενεργοποιούνται και τα δικαιώματα
υπεράσπισης του κατηγορουμένου. Τα άρθρα του ΧΘΔ της ΕΕ και του Σχ. Ευρ. Συντ
κάνουν απλή αναφορά στην γενική κατοχύρωση των δικαιωμάτων αυτών,
παραπέμποντας όμως στο άρθρο 6§3 της ΕΣΔΑ το οποίο εξειδικεύει μαζί με τον ΚΠΔ τα
δικαιώματα αυτά. Εκτός από τους δικαστές και τον νομοθέτη το τεκμήριο αθωότητας
και τα δικαιώματα υπεράσπισης δεσμεύουν και τους δημόσιους λειτουργούς που
μετέχουν στην ποινική διαδικασία αλλά και τους ιδιώτες που έχουν αποκτήσει
δικονομική ιδιότητα ενώ δυσχερές είναι το ζήτημα του κατά πόσον τριτενεργεί το
τεκμήριο με αποτέλεσμα να δεσμεύεται και ο τύπος.
Τέλος, η κάμψη του τεκμηρίου και των δικαιωμάτων υπεράσπισης επιτρέπεται
μόνο όταν πρέπει να εξυπηρετηθεί κάποιο άλλο εξίσου σημαντικό συμφέρον και μόνο
στο μέτρο που δεν θίγεται η ουσία και ο σκοπός καθιέρωσης αυτών.
|