Περίληψη:
Σκεπτόμενοι όλα τα παραπάνω, μπορούμε να διαπιστώσουμε με ευκολία ότι σε σχέση με το παρελθόν, η συνταγματική κατοχύρωση και η βασική νομοθεσία που την εξειδικεύει έχουν προχωρήσει σημαντικά στην προστασία του θεμελιώδους οικονομικού δικαιώματος των αλλοδαπών προς εργασία. Το δικαίωμα αυτό κατοχυρώνεται γενικά ως ανάπτυξη προσωπικότητας και οικονομικής ελευθερίας στο άρθρο 5 παρ. 1 , ενώ εξειδικεύεται στο άρθρο 22 Σ ως καθαρά δικαίωμα εργασίας. Ταυτόχρονα και οι διεθνείς Συμβάσεις θέτουν τις κατευθυντήριες γραμμές για την βελτίωση των προϋποθέσεων εργασίας των αλλοδαπών και προσπαθούν να καλύπτουν τα κενά στις εθνικές νομοθεσίες., υπό τον όρο όμως της αμοιβαιότητας (28 παρ.1) Η νομολογία και αυτή διαμορφώνεται με βάση τις πραγματικές ανάγκες τόσο των αλλοδαπών όσο και των οικογενειών τους και φαίνεται να ολοκληρώνει την εφαρμογή της νομοθεσίας, ευνοώντας τους αλλοδαπούς. Ωστόσο, απαιτείται κατά τη γνώμη μου επιπλέον προσπάθεια, αν υπολογίσει κανείς τις συνεχώς μεταβαλλόμενες συνθήκες και τη δημιουργία νέων φαινομένων, τόσο ανάπτυξης όσο δυστυχώς και εκμετάλλευσης. Η Ελλάδα καλείται να αντιμετωπίσει τις νέες αυτές εξελίξεις και τα πολυάριθμα κύματα μεταναστών που την κατακλύζουν, διατηρώντας ταυτόχρονα και τις λεπτές ισορροπίες μεταξύ αυτών και των ημεδαπών, οι οποίοι βλέπουν τις «παραδοσιακές δουλειές» τους να μη βρίσκονται σε ελληνικά χέρια. Βέβαια, σύμφωνα με την ανωτέρω ανάλυση, οι δημόσιες λειτουργίες στελεχώνονται-κατά βάση-από Έλληνες προκειμένου να διατηρηθεί η ελληνική ταυτότητα της δημόσιας διοίκησης. Ωστόσο, κατά μια γνώμη, η διάκριση αυτή είναι αιτία «νομικής διαμάχης», διότι ίσως θέτει εκ ποδών την αρχή της ισότητας Σύμφωνα με τη νομολογία, ένα εξίσου σημαντικό πρόβλημα εντοπίζεται επίσης, στο ότι η εργασία των παράνομων αλλοδαπών, η οποία δεν βασίζεται σε άδεια διαμονής και εργασίας, θεωρείται de facto σχέση εργασίας, δηλαδή απλή σχέση εργασίας, με αποτέλεσμα ο αλλοδαπός να απολαμβάνει τα ίδια οφέλη με τους ημεδαπούς, όπως για παράδειγμα επιδίκαση αποζημίωσης λόγω απολύσεως. Συνεπώς, φαίνεται από τη μία πλευρά η προσπάθεια για την καταπολέμηση της παράνομης μετανάστευσης και από την άλλη, η παροχή στους αλλοδαπούς των ιδίων δικαιωμάτων με τους ημεδαπούς. Παρ’ όλα αυτά, κατά τη γνώμη μου, δεν πρέπει να κυριαρχεί η απογοήτευση. Το δίκαιο των αλλοδαπών και η νομοθεσία που το ρυθμίζει κατ’ επιφύλαξη από το Σύνταγμα φαίνεται να επιδεικνύει σταδιακά σημάδια βελτίωσης. Με τη συνεργασία και την αλληλεγγύη των χωρών, τη συντονισμένη και οργανωμένη προσπάθεια σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, είμαι σίγουρη ότι οι αλλοδαποί δεν θα αποτελούν πλέον τον αποδιοπομπαίο τράγο, αλλά θα αντιμετωπίζονται ως θετικό στοιχείο και παράγοντας για την εργασιακή ανέλιξη της χώρας μας.
|