Περίληψη:
Η εργασία αυτή θίγει το δικαίωμα αρνησικυρίας του Προέδρου της Δημοκρατίας που είναι συνταγματικά κατοχυρωμένο στο 42 παρ.1 εδ.β΄ και παρ.2. Επεξηγηματικά, αναπομπή είναι η αρμοδιότητα του Προέδρου της Δημοκρατίας να επιστρέφει τα νομοσχέδια στη Βουλή μέσα σε ένα μήνα από την ψήφισή τους, αρνούμενος την έκδοση τους μόνο για λόγους νομιμότητας, δηλαδή τυπικής και ουσιαστικής συνταγματικότητας. Αρχικά έχω αναφερθεί με ένα σύντομο ιστορικό πλαίσιο στον θεσμό του ΠτΔ παραθέτοντας ορισμένες χρήσιμες ιστορικές πληροφορίες για τη δημιουργία και τη εξέλιξη αυτού του θεσμού. Έπειτα ανέλυσα με λίγα λόγια το Σύνταγμα του 1975 το οποίο αναγνώριζε στον ΠτΔ «υπερεξουσίες» και ήταν αυτό που κατοχύρωσε το εν λόγω δικαίωμα αναπομπής. ¶ξιζε, επίσης να μελετηθεί η αναθεώρηση του Συντάγματος του 1986 και πόση επίδραση άσκησε στην ευρύτητα του αξιώματος και από εκεί πως έχει διαμορφωθεί η θέση του ΠτΔ σήμερα, λόγω παρέλευσης χρόνου και συρρίκνωσης του εύρους των αρμοδιοτήτων του. Παρ’ όλα αυτά το δικαίωμα άσκησης veto βγήκε αλώβητο από την αναθεώρηση αφού ήταν από τις εξουσίες που διατηρήθηκαν. Έχει γίνει σχολαστική αναφορά , λοιπόν, στη διαδικασία αναπομπής καθώς και στους λόγους για τους οποίους ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας οφείλει ή όχι να αρνηθεί τη δημοσίευση νομοσχεδίου. Τέλος, δίνεται βάση σε μία άποψη σύμφωνα με την οποία ο ρόλος του Προέδρου κατά την άσκηση του δικαιώματός του παραμένει συμβουλευτικός και προτείνεται μια αντιμετώπιση του θέματος.
|