Περίληψη:
Το πιο κρίσιμο πολιτικό αντικείμενο της συνταγματικής αναθεώρησης του 2001 ήταν το συνταγματικό πλαίσιο λειτουργίας των ΜΜΕ και ιδίως οι εγγυήσεις διαφάνειας που πρέπει να διέπουν τις σχέσεις τους αφενός με τις οικονομικές λειτουργίες του κράτους αφετέρου με το πολιτικό σύστημα της χώρας. Μετά την αποκατάσταση της Δημοκρατίας και ύστερα από εκτεταμένη συζήτηση ενώπιον της Ε’ Αναθεωρητικής Βουλής στις συνταγματικές εγγυήσεις της ελευθεροτυπίας του άρθρου 14 του συντάγματος του 1975 προστέθηκε για πρώτη φορά ειδική παράγραφος για το κρίσιμο ζήτημα της οικονομικής διαφάνειας των ΜΜΕ: «9. Νόμος μπορεί να προσδιορίσει ότι τα μέσα χρηματοδότησης εφημερίδων και περιοδικών πρέπει να γίνονται γνωστά». Η διάταξη έμεινε για μακρό χρονικό διάστημα ανεφάρμοστη ως την ψήφιση του σχετικού νόμου 2328/1995. Ωστόσο η απαγόρευση σε εργολάβους, προμηθευτές και παροχείς υπηρεσιών προς το Δημόσιο και τα δημόσια νομικά πρόσωπα να μετέχουν σε επιχειρήσεις που περιείχε, δεν εφαρμόστηκε τελικά καθώς δεν προβλεπόταν ακυρότητα των δημόσιων συμβάσεων που συνάπτονταν.
Μέσα σε κλίμα πλειοδοσίας κατά της διαπλοκής, έντονων συζητήσεων και αντιπαραθέσεων, η Ολομέλεια της Αναθεωρητικής, τον Απρίλιο του 2001, υιοθέτησε τελικά την πρόταση της Επιτροπής Αναθεώρησης, η οποία απέκτησε την ολοκληρωμένη μορφή του άρθρου 14§9. Με χρονική απόσταση ενός έτους η ίδια Βουλή ψήφισε τον εκτελεστικό νόμο του εν λόγω άρθρου, τον νόμο 3021/2002, «Περιορισμοί στη σύναψη δημοσίων συμβάσεων με πρόσωπα που δραστηριοποιούνται ή συμμετέχουν σε επιχειρήσεις μέσων ενημέρωσης και άλλες διατάξεις». Οι συνταγματικοί περιορισμοί δικαιολογούνται επειδή εξυπηρετούν τους εξής ειδικότερους συνταγματικούς σκοπούς: α)Στην πλήρη διασφάλιση της διαφάνειας, της πολυφωνίας στην ενημέρωση, του ελεύθερου και υγιούς οικονομικού ανταγωνισμού με την απαγόρευση συγκέντρωσης και ελέγχου περισσότερων μέσων ενημέρωσης της αυτής ή άλλης μορφής και β)τον πλήρη και αυστηρό διαχωρισμό του ιδιοκτησιακού καθεστώτος και της επιχειρηματικής δραστηριότητας των ΜΜΕ από το αντίστοιχο ιδιοκτησιακό καθεστώς και την αντίστοιχη επιχειρηματική δραστηριοποίηση στον τομέα της εκτέλεσης δημοσίων έργων, προμηθειών ή υπηρεσιών.
Το Σύνταγμα επίσης επεκτείνει τις ασυμβίβαστες ιδιότητες προσώπων του εδαφίου ε` και σε κάθε είδους παρένθετα πρόσωπα, προκειμένου να καταπολεμηθεί το φαινόμενο του «αχυρανθρώπου». Παράλληλα, ο νόμος 3021/2002 καθιερώνει απαλλαγή από το «ασυμβίβαστο» του άρθρου 14§9 εδ. στ` του Συντάγματος των «συζύγων» και των «συγγενών», εφόσον αποδεικνύουν την οικονομική τους αυτοτέλεια, ενόψει της αρχής της προσωπικής αυτονομίας που αποκλείει την εισαγωγή στο νομικά μας σύστημα της έννοιας της «συλλογικής» ή «οικογενειακής» ευθύνης. Εν τούτοις διατυπώνεται και η άποψη ότι έρχεται σε αντίθεση με την αληθινή έννοια της συνταγματικής απαγόρευσης και καταστρατηγεί την ratio του συνταγματικού κανόνα. Επιπλέον οι αποφάσεις 3242 και 3243/2004 του ΣτΕ, διαπίστωσαν ότι τα άρθρα 2§2 εδ. α` και 3§2 του νόμου 3021/2002 αντίκεινται στο άρθρο 14§9 του Συντάγματος. Έκρινε, επιπρόσθετα, ότι δεν τίθεται ζήτημα ασυμβατότητας του εν λόγω κανόνα δικαίου με το κοινοτικό δίκαιο για τους λόγους που εκθέτει στην Σκέψη 19 της απόφασης 3242/2004. Πρόσφατα, κατατέθηκε στη Βουλή νομοσχέδιο με τίτλο «Μέτρα για τη διασφάλιση της διαφάνειας και την αποτροπή καταστρατηγήσεων κατά τη διαδικασία σύναψης δημοσίων συμβάσεων», το οποίο προτείνεται σε αντικατάσταση του ισχύοντος νόμου 3021/2002 επιδιώκοντας του στόχους που περιγράφονται στον ίδιο τον τίτλο του.
|